Τι σημαίνει η λέξη Combative
Κατ’ αρχάς ας μάθουμε τι ορίζει το παγκοσμίως πασίγνωστο λεξικό Merriam-Webster
Full Definition of COMBATIVE | Πλήρης Ορισμός του COMBATIVE |
marked by eagerness to fight or contend | χαρακτηρίζεται από προθυμία να δώσει μάχη ή να ανταγωνιστεί |
Synonyms | Συνώνυμα |
aggressive, agonistic, argumentative, bellicose, belligerent, confrontational, contentious, discordant, disputatious, feisty, militant, quarrelsome, scrappy, truculent, warlike | επιθετικός, αγωνιστικός, διαλεκτικός, πολεμοχαρείς, φιλοπόλεμος, συγκρουσιακός, αμφιλεγόμενος, ασύμφωνος, φιλόνικος, νευρικός, μαχητικός, εριστικός, αποσπασματικός, σκληρός, πολεμοχαρείς |
Όπως καταλαβαίνουμε, δεν αποτελεί τον καλύτερο χαρακτηρισμό ενός φιλήσυχου πολίτη ο οποίος αποφεύγει τη συμπλοκή κατά της αρχές και διδαχές του Combatives Group. Αντιθέτως, αποτελεί σαφές παράδειγμα που επιδιώκει να αποφεύγει. Είναι λοιπόν πολύ εύκολο με τον όρο “Combative” να οδηγηθούν ελλιπώς πληροφορημένοι άνθρωποι σε λάθος συμπεράσματα με το άκουσμα αυτού του χαρακτηρισμού.
Γενικά εμείς (η κοινότητα του Combatives Group) δεν θέλουμε τους ασκούμενούς μας ούτε να είναι «πρόθυμοι» ούτε να επιδιώκουν αυτόν το χαρακτηρισμό.
Σημαίνει αυτό ότι δεν είναι ικανοί οι ασκούμενοι του Combatives να δείξουν τέτοια χαρακτηριστικά όταν είναι αναγκαίο;
Όχι βέβαια, ο καθένας μπορεί!
Κανένας ασκούμενος μας στο Combatives Group δεν λαμβάνει τόσο επισταμένη εξάσκηση ώστε να αποδειχθεί ανίκανος ή «απρόθυμος να πολεμήσει» με περίσσιο ζήλο εάν πραγματικά δεν έχει άλλη λύση.
Πότε και πώς χρησιμοποιείται η λέξη και ο όρος Combative κατά το λεξικό Merriam-Webster:
When the police tried to arrest him, he became combative. | Όταν η αστυνομία προσπάθησε να τον συλλάβει, έγινε μαχητικός. |
Channeling his naturally combative impulses into sports | Διοχέτευσε τις φυσικές μαχητικές παρορμήσεις του στον αθλητισμό |
Είναι φανερό ότι ο ορισμός “Combative” αναφέρεται στο όχι μόνο σε τεχνικές μάχης σώμα-με-σώμα, αλλά και στο μαχητικό πνεύμα ενός ανθρώπου, ζώου ή συστήματος.
Πως χρησιμοποιείται ο όρος “Combatives”
Ο όρος και η λέξη Combatives χρησιμοποιείται λανθασμένα όλο και συχνότερα, κυρίως στις Πολεμικές Τέχνες. Βλέπουμε συνήθως να «κοτσάρετε» δίπλα σε κάποια άλλη λέξη (π.χ. Αυτό Combatives ή το άλλο Combatives) που χαρακτηρίζει ή ορίζει αυτό που γνωρίζουμε ως μια από τις πολλές «δήθεν Πολεμικές Τέχνες» της εποχής μας. Τέχνες οι οποίες διδάσκονται σε Αθλητικούς Συλλόγους που υπάγονται στην Γ.Γ.Α.
Ο σωστός όρος για αυτά είναι «Μαχητικά Αθλήματα».
Ο όρος Combatives εμφανίστηκε μετά τον B’ Παγκόσμιο Πόλεμο και χρησιμοποιήθηκε από την Αγγλική Στρατιωτική Διοίκηση να περιγράψει έναν μικρό αριθμό έγκυρων τεχνικών, «βαριάς μηχανικής» κινήσεων, που καλύπτουν ένα ευρύ φάσμα αμυντικών και επιθετικών καταστάσεων.
Έγκυρων (valid) στη γλώσσα του Combatives – που έχουν δοκιμαστεί και αποδειχθεί ότι είναι αποτελεσματικά υπό συνθήκες ακραίας απειλής.
Αυτές οι τεχνικές εφαρμόζονται με τη μέγιστη δύναμη, επιθετικότητα και αγριότητα που μπορεί ένας άνθρωπος να συγκεντρώσει όταν περιστατικά που απειλούν τη ζωή και την αρτιμέλειά του είναι άμεσα και προφανή.
Το λεξικό Merriam-Webster δεν έχει τον όρο αυτό, αλλά το Wikipedia προσφέρει:
Combatives is a term for hand-to-hand combat training and techniques, sometimes called Close Quarters Combat (CQC or close combat). | Combatives είναι ένας όρος για το εκπαίδευση μάχης και τεχνικές σώμα-με-σώμα (κυριολεκτική μετάφραση είναι το χέρι-με-χέρι), μερικές φορές αποκαλείται Μάχη κοντινής εμβέλειας (CQC ή μάχη στενής επαφής).
|
Και κατά τον ορισμό του Στρατού των Ηνωμένων Πολιτειών: |
|
Hand-to-hand combat is an engagement between two or more persons in an empty-handed struggle or with hand-held weapons such as knives, sticks, or projectile weapons that cannot be fired. Proficiency in hand-to-hand combat is one of the fundamental building blocks for training the modern soldier.
|
Η μάχη σώμα-με-σώμα είναι μια συμπλοκή μεταξύ δύο ή περισσότερα πρόσωπα σε αγώνα με άδεια χέρια ή όπλα χειρός, όπως μαχαίρια, ξύλα ή όπλα που δεν μπορούν να πυροβολήσουν. Η ικανότητα στη μάχη σώμα-με-σώμα είναι ένα από τα θεμελιώδη δομικά στοιχεία για την κατάρτιση του σύγχρονου στρατιώτη. |
Είναι φανερό λοιπόν ότι ο σωστός ορισμός είναι η λέξη Combatives που αναφέρεται καθαρά στην εφαρμογή τεχνικών μάχης σώμα-με-σώμα άνευ όρων και μέχρι τελικής πτώσης.
Εδώ υπάρχει σαφώς μια ασυμβατότητα με την ευγενή άμυλα που προάγει ένας αθλητικός σύλλογος.
Survive και Combat, γιατί συνδέονται οι έννοιες τους;
Ο πιθανότερος λόγος είναι επειδή η λέξη Επιβίωση (Survive) εύκολα φέρνει κατά νου τον συνειρμό με την ακραία Μάχη (Combat) επιβίωσης. Παρά ταύτα, όλοι γνωρίζουμε ότι η επιβίωση δεν έχει να κάνει απαραιτήτως με την μάχη σώμα-με-σώμα. Υπάρχει και η πάντα επίκαιρη επιβίωση στον εργασιακό τομέα, στον επαγγελματικό τομέα, στη φύση κτλ.
Στα πλαίσια του καθημερινού έργου του βίου γενικότερα, η πιθανότητα να χρειαστεί να «επιβιώσουμε» σε μια πιθανή συμπλοκή σώμα-με-σώμα είναι ΣΧΕΔΟΝ ΜΗΔΑΜΙΝΗ σε σχέση με τον γενικό πληθυσμό. Συνήθως συνδέεται με ακραίες καταστάσεις τις οποίες μόνο ένας συγκριτικά μικρός αριθμός πολιτών βιώνουν και ειδικότερα σε χώρες που δεν επαρκεί η αστυνόμευση.
Δεν είναι λάθος να χρησιμοποιείται ο όρος «Επιβίωση» αλλά χρειάζεται προσοχή, ώστε να μην προβάλλουμε την εικόνα ότι θανάσιμος κίνδυνος κρύβεται παντού και καλούμαστε με το κάθε βήμα να δώσουμε μάχη επιβίωσης. Αυτό αποτελεί τρομολαγνεία και δεν είναι αποδεκτή νοοτροπία από την ομάδα μας (Δείτε σειρά δεκατριών (13) άρθρων περί Φόβου).
Κατά την γνώμη μας στο Combatives Group η λέξη και όρος «Επιβίωση» πρέπει να χρησιμοποιείται φειδωλά. Δεν πρέπει να ξεχάσουμε ότι δισεκατομμύρια άνθρωποι σε όλον το πλανήτη δεν πρόκειται ποτέ να δεχτούν επίθεση.
Η προθυμία προς σοβαρή εκπαίδευση αυτοάμυνας υποδεικνύει ανθρώπους που προτιμούν να ασκήσουν ΠΡΟΛΗΨΗ παρά ΚΑΤΑΣΤΟΛΗ.
Για όσους όμως ασκούνται τακτικά σε εκπαίδευση μάχης και τεχνικές σώμα-με-σώμα, η γνώμη μας είναι ότι επιλέγουν συνειδητά να καταπονούνται, ώστε να προετοιμαστούν για την μία περίπτωση που ίσως τους τύχει. Επιλέγουν να πιέζονται ψυχολογικά και σωματικά, συχνά στα άκρα, ώστε να μη τους σοκάρει μια συμπλοκή σε σημείο αδράνειας λόγο πανικού.
Διότι όπως είπε ο δάσκαλός μου:
«Η διαφορά μεταξύ του φόβου και του πανικού είναι να γνωρίζεις το επόμενο βήμα» – Mickey Davidow
Είναι σωστός ο όρος Survival Combat ή το ανάποδο;
Βέβαια, ο συγγραφέας συχνά παιδεύετε με το ίδιο πρόβλημα μεταφράζοντας τα άρθρα του από την αρχική αγγλική μορφή που τα γράφει, στα ελληνικά, παρουσιάζοντας κατά καιρούς ανεπανάληπτα «μαργαριτάρια».
Στην Αγγλική γλώσσα ο όρος “Survival Combat” δεν χρησιμοποιείται σε πρακτικό επίπεδο. Δηλαδή δεν πάει κάποιος να ασκήσει Survival Combat σε κάποια σχολή παρά μόνο αν ο όρος είναι επινόηση κάποιου άσχετου με την αγγλική γλώσσα.
Δεν βγάζει νόημα στην Αγγλική γλώσσα
π.χ.“I am going to practice Survival Combat.”
Θα μπορούσε να πει:
“I am going to practice Survival in Combat.”
που περιγράφει την άσκηση επιβίωσης σε μάχη. Ενώ το αντίθετο
“I am going to practice Combat for Survival.”
είναι συντακτικά σωστό.
Το “Combat Survival” χρησιμοποιείται περισσότερο να περιγράψει την βιωσιμότητα ενός στρατιώτη στη μάχη
π.χ. “The Combat Survival ratio of the troops at the front is very high.”
Αν θέλει λοιπόν κανείς να περιγράψει το ποσοστό επιβίωσης σε μια μάχη σώμα-με-σώμα, ο όρος “Combat Survival” δεν είναι λάθος. Όμως, το ερώτημα που πρέπει να κάνουμε σαν πολίτες είναι:
«Ποια σχολή μπορεί να αποδείξει τέτοια στοιχεία σε ενδιαφερόμενους;»
Για να μη κάνουμε ακόμη πιο δύσκολη ερώτηση…
«Σε ποια μάχη επιβίωσης σώμα-με-σώμα χρειάστηκε να επιβιώσει ο δάσκαλος που τα διδάσκει;»